Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΣΥΛΛΟΓΗ: "Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΑΜΑΤΩΝ" (1919)
Είναι
άνθρωποι που
την κακήν ώρα
την έχουν μέσα τους.
την έχουν μέσα τους.
Χεράκια
που κρατώντας
τα
τριαντάφυλλα
κι απ' τη χαρά ζεστά των φιλημάτων,
χεράκια που κρατώντας τα τριαντάφυλλα
χτυπήσατε τις πόρτες των θανάτων·
κι απ' τη χαρά ζεστά των φιλημάτων,
χεράκια που κρατώντας τα τριαντάφυλλα
χτυπήσατε τις πόρτες των θανάτων·
ματάκια μου
που κάτι το
εδιψάσατε
και διψασμένα εμείνατε ποτήρια,
ματάκια μου που κάτι το εδιψάσατε
κι εμείνατε κλεισμένα παραθύρια·
και διψασμένα εμείνατε ποτήρια,
ματάκια μου που κάτι το εδιψάσατε
κι εμείνατε κλεισμένα παραθύρια·
ω, που' χατε
πολλά να
ειπείτε,
στόματα,
κι ο λόγος σας εδιάλεξε για τάφο,
ω, που' χατε πολλά να ειπείτε, στόματα,
και τον καημό δεν είπατε που γράφω·
κι ο λόγος σας εδιάλεξε για τάφο,
ω, που' χατε πολλά να ειπείτε, στόματα,
και τον καημό δεν είπατε που γράφω·
τον πόνο κάποιας ώρας, κάποιου τόπου
μάτια, χεράκια, στόματα, ιστορήστε μου
τον Πόνο των Πραγμάτων και του Ανθρώπου.
Θα
γλεντήσω κι εγώ
μια νύχτα
Μαυροντυμένοι
απόψε, φίλοι
ωχροί,
ελάτε στο δικό μου περιβόλι,
μ' έναν παλμό το βράδυ το βαρύ
για ναν το ζήσουμ' όλοι.
ελάτε στο δικό μου περιβόλι,
μ' έναν παλμό το βράδυ το βαρύ
για ναν το ζήσουμ' όλοι.
Τ' αστέρια
τρεμουλιάζουνε
καθώς
το μάτι ανοιγοκλείνει προτού δακρύσει.
Ο κόσμος τω δεντρώνε ρέβει ορθός.
Κλαίει παρακάτου η βρύση.
το μάτι ανοιγοκλείνει προτού δακρύσει.
Ο κόσμος τω δεντρώνε ρέβει ορθός.
Κλαίει παρακάτου η βρύση.
Από τα
σπίτια που
είναι σα βουβά,
κι ας μίλησαν τη γλώσσα του θανάτου,
με φρίκη το φεγγάρι αποτραβά
τ' ασημοδάχτυλά του.
κι ας μίλησαν τη γλώσσα του θανάτου,
με φρίκη το φεγγάρι αποτραβά
τ' ασημοδάχτυλά του.
Είναι το
βράδυ απόψε
θλιβερό
κι εμείς θαν το γλεντήσουμε το βράδυ,
όσοι έχουμε το μάτι μας ογρό
και μέσα μας τον άδη.
κι εμείς θαν το γλεντήσουμε το βράδυ,
όσοι έχουμε το μάτι μας ογρό
και μέσα μας τον άδη.
Οι μπάγκοι
μας προσμένουν.Κι
όταν βγει
το πρώτο ρόδο στ' ουρανού την άκρη,
όταν θα σκύψει απάνου μας η αυγή
στο μαύρο μας το δάκρυ
το πρώτο ρόδο στ' ουρανού την άκρη,
όταν θα σκύψει απάνου μας η αυγή
στο μαύρο μας το δάκρυ
θα
καθρεφτίσει τ'
απαλό της φως.
Γιομάτοι δέος ορθοί θα σηκωθούμε,
τον πόνο του θα ειπεί κάθε αδερφός
κι όλοι σκυφτοί θ' ακούμε
Γιομάτοι δέος ορθοί θα σηκωθούμε,
τον πόνο του θα ειπεί κάθε αδερφός
κι όλοι σκυφτοί θ' ακούμε
Κι ως θα σας
λέω για κάτι
ωραίο κι αβρό
που σκυθρωποί το τριγυρίζουν πόθοι,
τη λέξη τη λυπητερή θα βρω
που ακόμα δεν ειπώθη.
που σκυθρωποί το τριγυρίζουν πόθοι,
τη λέξη τη λυπητερή θα βρω
που ακόμα δεν ειπώθη.
Μαυροντυμένοι
απόψε, φίλοι
ωχροί,
ελάτε στο δικό μου περιβόλι,
μ' έναν παλμό το βράδυ το βαρύ
για ναν το ζήσουμ' όλοι.
ελάτε στο δικό μου περιβόλι,
μ' έναν παλμό το βράδυ το βαρύ
για ναν το ζήσουμ' όλοι.
Από τη συλλογή "Ο Πόνος του Ανθρώπου"
Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ - ΠΟΙΗΜΑΤΑ
![]() Δημητρίου Σωτήρος (162-150 π.X.) (Αναγνωρισμένο) |
Κάθε του προσδοκία βγήκε λανθασμένη! Φαντάζονταν έργα να κάμει ξακουστά, να παύσει την ταπείνωσι που απ’ τον καιρό της μάχης της Μαγνησίας την πατρίδα του πιέζει. Να γίνει πάλι κράτος δυνατό η Συρία, με τους στρατούς της, με τους στόλους της, με τα μεγάλα κάστρα, με τα πλούτη. Υπέφερε, πικραίνονταν στην Pώμη σαν ένοιωθε στες ομιλίες των φίλων του, της νεολαίας των μεγάλων οίκων, μες σ’ όλην την λεπτότητα και την ευγένεια που έδειχναν σ’ αυτόν, του βασιλέως Σελεύκου Φιλοπάτορος τον υιό— σαν ένοιωθε που όμως πάντα υπήρχε μια κρυφή ολιγωρία για τες δυναστείες τες ελληνίζουσες· που ξέπεσαν, που για τα σοβαρά έργα δεν είναι, για των λαών την αρχηγία πολύ ακατάλληλες. Τραβιούνταν μόνος του, κι αγανακτούσε, κι όμνυε που όπως τα θαρρούν διόλου δεν θάναι· ιδού που έχει θέλησιν αυτός· θ’ αγωνισθεί, θα κάμει, θ’ ανυψώσει. Aρκεί να βρει έναν τρόπο στην Aνατολή να φθάσει, να κατορθώσει να ξεφύγει από την Ιταλία— κι όλην αυτήν την δύναμι που έχει μες στην ψυχή του, όλην την ορμήν αυτή θα μεταδώσει στον λαό. Ά στην Συρία μονάχα να βρεθεί! Έτσι μικρός απ’ την πατρίδα έφυγε που αμυδρώς θυμούνταν την μορφή της. Μα μες στην σκέψι του την μελετούσε πάντα σαν κάτι ιερό που προσκυνώντας τό πλησιάζεις, σαν οπτασία τόπου ωραίου, σαν όραμα ελληνικών πόλεων και λιμένων.— Και τώρα; Τώρα απελπισία και καϋμός. Είχανε δίκιο τα παιδιά στην Pώμη. Δεν είναι δυνατόν να βασταχθούν η δυναστείες που έβγαλε η Κατάκτησις των Μακεδόνων. Aδιάφορον: επάσχισεν αυτός, όσο μπορούσεν αγωνίσθηκε. Και μες στην μαύρη απογοήτευσί του, ένα μονάχα λογαριάζει πια με υπερηφάνειαν· που, κι εν τη αποτυχία του, την ίδιαν ακατάβλητην ανδρεία στον κόσμο δείχνει. Τ’ άλλα— ήσαν όνειρα και ματαιοπονίες. Aυτή η Συρία— σχεδόν δεν μοιάζει σαν πατρίς του, αυτή είν’ η χώρα του Ηρακλείδη και του Βάλα. |
||||||||||
![]() |
||||||||||
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
| ||||||||||
|
||||||||||
Ετικέτες
ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΑΚΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ
Ο Έλληνας ξένος
Ψεύτικα χαμόγελα και καλημέρες
Στο ασανσέρ για τη δουλειά κάθε πρωί
Απ’ την αγκαλιά σου ξανά στις άδειες μέρες
Ξανά σε αυτό τίποτα που μοιάζει με ζωή
Πέρασε η Δευτέρα πάλι με φοβέρες
Πάλι με απουσία του ήλιου το πρωί
Γι’ αυτό ότι χτυπάει του δίνω κι άλλες σφαίρες
Μήπως το κουράσω κι έτσι εκτονωθεί
Πέρασαν οι μέρες λάσπες και φοβέρες
Μα η αφωνία δεν είναι η διαδρομή
Κάνω μια στάση το κόλπο αυτό θα πιάσει
Κάνω μια στάση το κόλπο αυτό θα πιάσει
Μες στην αγκαλιά σου στο άγνωστο νησί
Έκλεισα την πόρτα και είχα ήδη χάσει
Όλα τα λεφτά μου σε φόρους στη στιγμή
Κι έμεινα μονάχα ο Έλληνας ο ξένος
Σε μια ταινία που έχει διακοπή
Κάνω μια στάση το κόλπο αυτό θα πιάσει
Μες στην αγκαλιά σου στο άγνωστο νησί
Μόνο η αγάπη είναι αυτό το χάπι
Που γεννάει τα όνειρα σε μια μόνο στιγμή
Μέσα στα μάτια της βροχής
'Όταν μιλάει ο αέρας μες τη νύχτα
Λένε ξυπνάνε πάντα οι ψυχές
Κάτι σαράβαλα κορμιά μένουν στο χώμα
Γεμάτα λάσπες, γεμάτα εντολές
Μέσα στα μάτια της βροχής
Αν δεν μπορείς να δεις το μονοπάτι
Δεν φταίει η άνοιξη που τρέχει να σε βρει
Μα ο χειμώνας που σου κλείνει πονηρά το μάτι
Και σου φωνάζει κρύψε τη ψυχή
Για πες μου που μπορείς να φτάσεις για σένα
Για να σου πω αν θα με βρεις τελικά
Πέφτει βροχή και δεν ακούς τη σιωπή μου
Και ο χειμώνας σου φωνάζει έλα πιο κοντά
Μέσα στον ήχο της βροχής
Αν δεν μπορείς να ακούσεις τη σιωπή μου
Θα αργήσεις ξέρω να γυρίσεις πίσω
Θα πιεις και πάλι και θα ζαλιστείς
Μα αν μπω στο πρώτο όνειρο σου θα σε βρίσω
Έτσι θα χάσω, έτσι θα γεννηθώ
Γιατί η αγάπη δεν είναι ένα φως στο χιόνι
Έτσι θα μείνω μόνος μέχρι να σε δω
Μέσα απ’ τα μάτια της βροχής να
τρέχεις μόνη
Σάκης Αθανασιάδης - "Οι ανάσες των εραστών", 2014, σελ. 102, εκδόσεις "το βιβλίο", ISBN: 978-618-81129-9-5
86 έμμετρα ποιήματα, 86 συνθέσεις, 86 κοινωνικά κι ερωτικά τραγούδια, σπαράγματα μιας κοινωνίας σε τρικυμία… ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΔΩΡΕΑΝ ΕΔΩ:
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΑΚΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ ΕΔΩ:
https://docs.google.com/file/d/0B2W1BdrKPTNdWnFiTXdDRzlXZm8/edit
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
ΣΑΚΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ ( sakathanasiadis@gmail.com )
Γεννήθηκε το 1965 στον Άγιο Πέτρο του Κιλκίς. Το πεζογραφικό του έργο έχει διακριθεί ενώ έχουν δημοσιευτεί άρθρα του σε καθημερινές εφημερίδες. Ποιήματά του βρίσκονται σκόρπια σε ανθολογίες και το έργο του έχει αποσπάσει τιμητικές διακρίσεις. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος λογοτεχνικών ομάδων και κινήσεων για ένα διαφορετικό βλέμμα. Είναι μέλος της ΑΕΠΙ και μέλος σε κάθε προοδευτική καλλιτεχνική κίνηση. Οι Arpeggios MP το 2012 είναι οι πρώτοι που μελοποίησαν στίχους του σε μορφή demo video στο(youtube), ενώ η πρώτη του δισκογραφική παρουσία γίνεται στο τέλος του 2012 στο CD άλμπουμ : Από το Μηδέν, του Γιώργου Δημητριάδη.
Εργογραφία: ΠΟΙΗΣΗ 1. ΣΑΝ ΘΕΑΤΕΣ (Αθήνα1988)
2. ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΡΝΗΣΗΣ (Σικυώνιος 1990)
3. ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗΣ (Άποψη1993)
4.Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΛΙΟΣ (Α΄ έκδοση Άποψη 2009, Β΄έκδοση 2014,το βιβλίο)
5. ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΤΟΥ ΜΑΓΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (Α΄έκδοση Άποψη 2013, Β΄έκδοση 2014)
6.ΟΙ ΑΝΑΣΕΣ ΤΩΝ ΕΡΑΣΤΩΝ (Το βιβλίο) 2014)
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ 1. ΥΠΑΚΟΗ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΟΥΣ (Ταχυδρομική1989)- νουβέλα
2. Η ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΤΩΝ ΑΘΩΩΝ (Απόπειρα 1998)-διηγήματα
3. Η ΣΥΜΜΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΟΣ (Ιωλκός 1999)-διηγήματα
4. ΤΟ ΦΙΛΙ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ (Ιωλκός 2001)-μυθιστόρημα.
ΤΑ ΣΑΤΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΟΥΡΗ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)